Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου 2013

Holly Black - The Coldest Girl in Coldtown

To "The Coldest Girl in Coldtown" της Holly Black ήταν ένα από τα βιβλία που περίμενα με μεγάλη ανυπομονησία φέτος το φθινόπωρο. Πριν κάποια χρόνια, είχα διαβάσει ένα review για ένα κόμικ που έγραφε τότε η συγγραφέας, το "The Good Neighbors", το οποίο είχε να κάνει με ξωτικά και ήταν, θεωρητικά, urban fantasy. Μιας και τότε ήμουν storyteller σε ένα παιχνίδι Changeling: the Lost, μου είχε φανεί σαν κάτι ιδιαίτερα ενδιαφέρον που ίσως θα μου έδινε και ιδέες. Όπως και να'χει, το αγόρασα, το διάβασα και ενθουσιάστηκα. Από τότε μέχρι σήμερα, διάβασα και τα τρία βιβλία του εν λόγω κόμικ, την τριλογία "Tithe", "Valiant" και "Ironside" η οποία είναι αρκετά όμοιας θεματικής με το "Good Neighbors" -με καλύτερο βιβλίο να είναι το δεύτερο, το "Valiant", το οποίο είναι και ανεξάρτητο ως υπόθεση από τα άλλα δύο- και, την πιο αξιόλογη δουλειά της μέχρι στιγμής, την τριλογία "Curse Workers" (White Cat, Red Glove, Black Heart). Να τονίσω στο σημείο αυτό πόσο καλή είναι η συγκεκριμένη τριλογία. Είναι τόσο καλή που, ενώ η ίδια η συγγραφέας της τη χαρακτηρίζει Young Adult, στα βιβλιοπωλεία την τοποθετούν στο ενήλικο fantasy. Είναι τόσο καλή που σε κάνει να ξεχνάς ότι ο πρωταγωνιστής είναι 17 χρονών. Και είναι τόσο καλή που, μαζί με το "Anna Dressed in Blood" της Kendare Blake, το οποίο ανέφερα σε προηγούμενο post, έθεσαν νέο πήχη και νέο ορισμό για την εφηβική λογοτεχνία. Γενικά, αν θέλετε να διαβάσετε Holly Black, διαβάστε αυτά τα βιβλία. Βασικά, διαβάστε τα ακόμη κι αν δεν έχετε ακούσει ποτέ στη ζωή σας το όνομα Holly Black. Όλη αυτή η μεγάλη εισαγωγή είχε, επί της ουσίας, έναν και μόνο σκοπό. Το να καταλάβεις, αγαπητέ αναγνώστη, ότι όχι μόνο δεν τρέφω οποιαδήποτε αντιπάθεια ή μένος απέναντι στη Holly Black, αλλά, αντιθέτως, σέβομαι και αγαπώ τη δουλειά της. Ή, τουλάχιστον, τη δουλειά που μας είχε παρουσιάσει μέχρι στιγμής. Κάπου εδώ θα πρέπει να έχεις αρχίσει να υποπτεύεσαι ότι αυτή δεν θα είναι μια θετική κριτική και, προκειμένου να σε βγάλω από την αγωνία, μπορώ να στο επιβεβαιώσω εδώ και τώρα. Παρόλα αυτά, αν εξακολουθείς έτσι κι αλλιώς να έχεις διάθεση να μάθεις γιατί σχημάτισα τόσο αρνητική άποψη για το βιβλίο αυτό, συνέχισε να διαβάζεις. 

Το "The Coldest Girl in Cold Town" ξεκινάει με την πρωταγωνίστριά μας, Tana, να ξυπνάει μετά από ένα ξέφρενο πάρτι μέσα σε μια μπανιέρα και να ανακαλύπτει πως σχεδόν όλοι οι φίλοι και οι συμμαθητές της δολοφονήθηκαν κατά τη διάρκεια της νύχτας από βρικόλακες. Μέσα στο χάος από πτώματα βρίσκει τον πρώην της, Aidan, κι έναν αλυσοδεμένο βρικόλακα, τον Gavriel. Ο Gavriel τους βοηθάει να ξεφύγουν και, κατά τη διάρκεια της διαφυγής, η Tana μολύνεται από το δάγκωμα ενός βρικόλακα. Καθώς τόσο η ίδια όσο και ο Aidan είναι μολυσμένοι, αποφασίζουν να κατευθυνθούν προς την κοντινότερη Coldtown. Οι Coldtowns είναι περιοχές οι οποίες είναι αποκλεισμένες και βρίσκονται σε καραντίνα, μέσα στις οποίες κατοικούν βρικόλακες και μολυσμένοι ή ακόμη και άνθρωποι που φιλοδοξούν να γίνουν βρικόλακες ή βρέθηκαν εκεί για άλλους λόγους. Η τηλεόραση αναμεταδίδει τις ζωές τους σαν reality show, παρουσιάζοντας τη ζωή στην Coldtown ως κάτι το θελκτικό. 

Για να είμαι δίκαιη, το βιβλίο ξεκινάει εκπληκτικά. Από τη στιγμή που η Tana ξυπνάει στη μπανιέρα μέχρι τη στιγμή που αυτή, ο Aidan κι ο Gavriel διαφεύγουν από τους βρικόλακες με το αμάξι, ο αναγνώστης δεν παίρνει ανάσα καθώς η αγωνία και ο τρόμος βρίσκονται στο προσκήνιο. Το πρόβλημα είναι ότι στις υπόλοιπες τετρακόσιες σελίδες δεν γίνεται απολύτως τίποτα. Το εννοώ. Δεν είναι ότι η πλοκή είναι αργή ή ότι η συγγραφέας εστιάζει περισσότερο στην ανάπτυξη χαρακτήρων. Είναι ότι το βιβλίο δεν έχει πλοκή. Καθόλου. Ίχνος. Ουσιαστικά πρόκειται για ένα road trip όπου η πρωταγωνίστρια καταστρέφει μια σειρά από ωραία ρούχα γιατί δεν μπορεί να μείνει για πάνω από πέντε λεπτά μακριά από λάσπη, αίμα και χώμα και θυμάται τη μαμά της. Πέραν της πλοκής, η φόρμα είναι πραγματικά κακή, καθώς μας πηγαίνει από το παρόν στο παρελθόν και από την πρωταγωνίστρια σε δευτερεύοντες (ή ούτε καν) χαρακτήρες, χωρίς να εξυπηρετεί αυτό σε κάτι την πλοκή. Κάτι το οποίο είναι απόλυτα λογικό δεδομένου ότι, όπως ήδη είπαμε, δεν έχει πλοκή. Ακόμη κι αυτό, όμως, θα μπορούσα να το συγχωρέσω αν δεν διέκρινα τις προοπτικές πίσω από το τελικό προϊόν. Η ιδέα και η μυθολογία που στήνεται είναι πολύ ωραία και ενδιαφέρουσα. Οι χαρακτήρες είναι καλογραμμένοι και οι διάλογοι είναι πάρα πολύ καλοί. Με άλλα λόγια, αυτό το βιβλίο θα μπορούσε να είναι εξαιρετικό. Και το ότι δεν ανταποκρίνεται στις προσδοκίες που η ίδια η συγγραφέας του έθεσε για τον εαυτό της, με λυπεί. 

Πέραν τούτου, όμως, υπάρχει και κάτι ακόμη που οφείλω να σχολιάσω. Υπάρχει μια πολύ λεπτή γραμμή ανάμεσα στην έμπνευση, την αναφορά και την αντιγραφή. Στο τέλος του μυθιστορήματος, η Holly Black ευχαριστεί διάφορους ανθρώπους για την έμπνευση που της έδωσαν, μεταξύ των οποίων την Anne Rice. Και εδώ έρχομαι να αναρωτηθώ κατά πόσον το να γράψει κανείς μια ευχαριστία μπορεί να διαγράψει την πράξη της αντιγραφής ή δίνει αυτόματα άφεση αμαρτιών. Για παράδειγμα, η ιστορία του Gavriel είναι τόσο ίδια με αυτή του Louis de Pointe du Lac (του πρωταγωνιστή στο "Interview with the Vampire") που, προσωπικά, αδυνατώ να τη δω ως φόρο τιμής και όχι αντιγραφή. Δεν με ενδιαφέρει το ότι την τοποθέτησε στη Ρωσία και το Παρίσι αντί για τη Νέα Ορλεάνη, με ενδιαφέρει ότι η ουσία είναι ολόιδια. Ακόμη και το ότι ο Gavriel/Louis σχολιάζει για τον Lucien/Lestat ότι έψαχνε το διάβολο και τελικά τον βρήκε είναι τόσο ίδιο που δεν μπορώ να το παραβλέψω ούτε να το θεωρήσω ως κολακεία στο έργο της Anne Rice. Αν ήταν μόνο αυτό, βέβαια, θα μπορούσα πιθανότατα να πω πως ήταν μια κακή στιγμή, πως ίσως όντως επηρεάστηκε άθελά της και πως, ούτως ή άλλως, αναφέρει την Anne Rice στα acknowledgments. Μόνο που υπήρχαν κι άλλες "δανεισμένες" ιδέες για τις οποίες η Holly Black δεν ευχαρίστησε κανέναν. Για παράδειγμα, δεν ευχαρίστησε τους δημιουργούς του Vampire: the Masquerade από τους οποίους αντέγραψε όλη την πολιτική και κοινωνική δομή των βρικολάκων που περιγράφει στο βιβλίο της. Και, παρότι επιφυλάσσομαι επειδή το συγκεκριμένο μυθιστόρημα είναι στην Αθήνα και δεν μπορώ να το επιβεβαιώσω, ότι υπάρχει μια συγκεκριμένη παράγραφος στο "The Coldest Girl in Coldtown" που είναι σχεδόν λέξη προς λέξη αντιγραφή από το "Fevre Dream" του George R. R. Martin. 

Θα ήθελα πολύ να θεωρήσω το "The Coldest Girl in Coldtown" ως ένα στραβοπάτημα ή μια άτυχη στιγμή στην καριέρα μιας συγγραφέως που μέχρι στιγμής μόνο αξιόλογα δείγματα είχε προσφέρει στο χώρο. Αλλά, ειλικρινά, κάποια πράγματα μου είναι δύσκολο να τα ξεπεράσω σαν αναγνώστρια χωρίς να τα καταδικάσω. Δεν υποστηρίζω, φυσικά, ότι δεν θα ξαναδιαβάσω βιβλίο της Holly Black, ούτε ότι μειώθηκε στα μάτια μου η αξία όσων ήδη έχει γράψει. Αλλά, σίγουρα, η αντιμετώπισή μου απέναντι στα μελλοντικά της έργα θα είναι πιο επιφυλακτική, κάτι το οποίο με λυπεί. 

Σε κάθε περίπτωση, η σύστασή μου παραμένει η ίδια με της αρχής του κειμένου. Αν είναι να διαβάσετε Holly Black, διαβάστε το Curse Workers Trilogy. Όσο για το "The Coldest Girl in Coldtown"; Ελπίζω να χαθεί στη θάλασσα όλων των υπόλοιπων μέτριων και κακών βιβλίων και, κάποια στιγμή, να ξεχαστεί. 

3 σχόλια:

Larva είπε...

OK να και μια κριτικη που μας κανει να μην θελουμε να διαβασουμε κατι :) Εχω διαβασει Holy Black και ειναι γενικα πολυ καλη ειδικα to Curse Workers Trilogy -απο τις καλυτερες τριλογιες που εχω διαβασει! Τωρα ετσι οπως τα γραφεις για το νεο βιβλιο της για αρπαχτη μου μοιαζει και αυτο με λυπει ειδικα αν οπως ειπες εχει καλη βαση αλλα το αποτελεσμα τελικα ειναι κακο... Τι να πω κριμα και ελπιζω οι αλλες δουλειες της να ειναι καλυτερες.

το σώβρακο το θαλασσί είπε...

το fevre dream είναι στο τρίτο ράφι όπως κοιτάζω τη βιβλιοθήκη μου και το coldest girl το 'χω κατεβασμένο. δώκε σελίδα/κεφάλαιο and I can verify.

elgalla είπε...

@ Larva

προσπαθώ όσο μπορώ να είμαι αντικειμενική :)Δεν ξέρω αν είναι αρπαχτή 400φεύγα σελίδες βιβλίο, σίγουρα πάντως δεν είναι η καλύτερή της δουλειά.

@σώβρακο

Λοιπόν, το εν λόγω απόσπασμα από το Coldest Girl:

"But then a shudder went through him. Because he saw, in that moment, that all of the Spider's fine clothes and civilized words was just a mask. Beneath it was something ancient and savage, something that feared nothing and only hungered".

Ψάξε προς το τέλος του βιβλίου, στο face-off Joshua York και Damon Julian. Δεν ξέρω αν είναι και word to word clopy paste αλλά σίγουρα το περιεχόμενο είναι πανομοιότυπο γιατί θυμάμαι ότι μου είχε κάνει πολύ χαρακτηριστική εντύπωση η συγκεκριμένη σκηνή όπου περιγράφεται πως ο Julian γίνεται σταδιακά stripped από τα layers πολιτισμού και μένει από κάτω μόνο το τέρας.