O Michael Crichton κέρδισε δύο Edgar Awards, ένα Oscar και ένα Emmy, ενώ είδε πολλά από τα βιβλία του να μετατρέπονται σε κινηματογραφικές επιτυχίες. Περισσότερο γνωστός για το "Jurassic Park", δούλεψε επίσης και σαν σεναριογράφος και παραγωγός, τόσο στη μεγάλη όσο και στη μικρή οθόνη -και, συγκεκριμένα, στο ER, του οποίου ήταν δημιουργός, συγγραφέας και executive producer για 15 χρόνια. Το "Eaters of the Dead" επίσης γυρίστηκε σε ταινία, με τον τίτλο "The 13th Warrior" και πρωταγωνιστή τον Antonio Banderas. Άλλοι το ανακάλυψαν πριν την ταινία και άλλοι, όπως εγώ, το ανακάλυψαν χάρη στην ταινία. Λίγη σημασία έχει. Η ιστορία πίσω από το βιβλίο αυτό είναι σχεδόν εξίσου ενδιαφέρουσα με την ιστορία που μας αφηγείται. Ο Crichton έγραψε το "Eaters of the Dead" (το οποίο κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Κέδρος με τον τίτλο "Νεκροφάγοι") εξαιτίας ενός στοιχήματος. Ένας φίλος του Crichton παρέδωσε μια διάλεξη με θέμα τα βαρετά κείμενα της αγγλικής λογοτεχνίας, τα οποία κουράζουν τους πάντες, όμως όλοι τα διαβάζουν επειδή θεωρούνται κλασσικά. Μέσα σε αυτά ήταν και το "Beowulf", κάτι στο οποίο ο ίδιος ο Crichton διαφώνησε, υποστηρίζοντας ότι η ιστορία θα μπορούσε να είναι ενδιαφέρουσα, ανάλογα με τον τρόπο παρουσίασής της. Έτσι ξεκίνησε η ιδέα για το "Eaters of the Dead" και στόχος του Crichton ήταν να απομυθοποιήσει το μυθικό. Τι σημαίνει αυτό; Πίσω από κάθε θρύλο, υπάρχουν αληθινά ιστορικά γεγονότα, αυτή ήταν η πεποίθηση του Crichton. Τι θα προέκυπτε αν κάποιος άφηνε το "Beowulf" γυμνό από τα φανταστικά και μυθικά του στοιχεία; Ποια θα μπορούσε να είναι η πραγματική ιστορία πίσω από το έπος; Πώς θα έμοιαζε; Η δυσκολία του Crichton ήταν ότι θα έπρεπε να βρει μια ιστορική πηγή προκειμένου να βασιστεί. Δυσκολία, ωστόσο, που γρήγορα ξεπεράστηκε όταν θυμήθηκε πως μια τέτοια πηγή πράγματι υπήρχε: το χειρόγραφο του Άραβα, Ahman ibn Fadlan, ο οποίος είχε σταλθεί ως πρέσβης από τον χαλίφη της Βαγδάτης στη γη των Βούλγαρων. Η αναφορά του είναι διάσημη καθώς πρόκειται για μία από τις αρχαιότερες περιγραφές της κουλτούρας των Βίκινγκς που υπάρχουν. Στις όχθες του ποταμού Βόλγα, ο ibn Fadlan ήρθε σε επαφή με τον παράξενο αυτό λαό από το Βορρά και περιέγραψε αναλυτικά τον τρόπο με τον οποίο κήδευαν τους νεκρούς τους. Όπως εξηγεί εκτενώς ο συγγραφέας στον επίλογο της αγγλικής έκδοσης, τα τρία πρώτα κεφάλαια του "Eaters of the Dead" είναι σχεδόν αντιγραφή από το χειρόγραφο του ibn Fadlan, ενώ τα υπόλοιπα είναι καθαρά μυθοπλασία και ο ίδιος ο Crichton προσπάθησε να μιμηθεί το ύφος της πρωτότυπης πηγής.
Η ιστορία ξεκινάει όπως και η πραγματική περιπέτεια του Άραβα πρωταγωνιστή μας: στέλνεται από το χαλίφη στο Βόλγα ως διπλωματικός αντιπρόσωπος. Ωστόσο -και εδώ είναι που το μυθιστόρημα απομακρύνεται από την πραγματικότητα, ο ibn Fadlan ποτέ δεν κατορθώνει να ολοκληρώσει την αποστολή του. Καθώς ο ίδιος γνωρίζεται με τους Βίκινγκς στις όχθες του ποταμού, ένας απεσταλμένος καταφτάνει από το Βορρά για να ζητήσει τη βοήθεια του καινούριου αρχηγού, του Buliwif. Μια αρχαία απειλή, της οποίας το όνομα δεν τολμούν να πουν, κατεβαίνει από τις ομίχλες και τρομοκρατεί τις γαίες του βασιλιά Rothgar. Έντεκα πολεμιστές προσφέρονται να συνοδεύσουν τον Buliwif σε αυτή την αποστολή, όμως η άγγελος του θανάτου (σ.τ.Σ. μια ηλικιωμένη γυναίκα που διαβάζει τα κόκαλα) προφητεύει πως ο δέκατος τρίτος της συντροφιάς δεν πρέπει να είναι Βόρειος. Κάπως έτσι, ο Ahmad ibn Fadlan καταλήγει να συντροφεύει τους Βίκινγκς στο ταξίδι τους προς το βασίλειο του Rothgar. Στο δρόμο συναντούν τα απομεινάρια μιας επίθεσης αυτού του αρχαίου κακού: πρόκειται για τους νεκροφάγους ή, αλλιώς, wendol. Από εκεί και έπειτα, ξεκινάει ένας αγώνας ενάντια στο χρόνο, καθώς οι wendol πρέπει να ηττηθούν προτού πέσουν οι ελάχιστοι πολεμιστές που υπερασπίζονται το μέρος -μαζί με τους δεκατρείς που άμεσα αφορούν την αφήγηση.
Το μυθιστόρημα του Crichton είναι αρκετά ανορθόδοξο, με την έννοια ότι, όπως ήδη ανέφερα, μιμείται το πρωτότυπο χειρόγραφο του ibn Fadlan. Το χειρόγραφο αυτό, όμως, ήταν η αναφορά που παρέδωσε ο Άραβας απεσταλμένος στο χαλίφη όταν επέστρεψε. Είναι μια αναφορά, όχι ένα λογοτεχνικό κείμενο. Αυτό το ύφος έχει διατηρήσει και ο Crichton, κατορθώνοντας με τον τρόπο αυτό το ακατόρθωτο: να κάνει ενδιαφέρουσα και συναρπαστική μια αφήγηση με το συναισθηματικό πλούτο ενός κούτσουρου. Επίσης, είναι αρκετά δύσκολο να το κατατάξει κανείς σε κάποιο συγκεκριμένο είδος. Το έχω βρει να αναφέρεται τόσο ως επιστημονικής φαντασίας όσο και ως τρόμου. Αν και έχει πολλά στοιχεία τρόμου, το γεγονός ότι η αφήγηση είναι τόσο στεγνή με ωθεί να απορρίψω αυτή την κατηγοριοποίηση. Προσωπικά, τείνω να το τοποθετήσω στον τομέα της εναλλακτικής ιστορίας.
Οι χαρακτήρες είναι πολλοί και η αλήθεια είναι πως δεν τους γνωρίζουμε όλους επαρκώς. Ωστόσο, οι τρεις σημαντικότεροι (Buliwif, Herger, ibn Fadlan) έχουν επαρκή ανάπτυξη. Αυτό είναι κάτι το οποίο δεν εντοπίζει εύκολα κανείς με την πρώτη ματιά. Το εμπόδιο της γλώσσας που δεν επιτρέπει στον ibn Fadlan, ο οποίος αφηγείται την ιστορία, να συνεννοείται εύκολα με τους συντρόφους του, καθώς και το γεγονός ότι από την όλη αφήγηση λείπει το συναίσθημα είναι πράγματα που θα μπορούσαν να κάνουν κάποιον να πιστέψει πως οι χαρακτήρες είναι δισδιάστατοι και στερούνται βάθους. Κάτι τέτοιο δεν ισχύει, όμως. Ο Crichton αναπτύσσει τους ήρωές του με έναν ιδιαίτερο και ευφυή τρόπο: μέσα από τις πολιτισμικές τους διαφορές.
Οι wendol είναι τρομακτικός αντίπαλος. Όχι μόνο οι περιγραφές τους και οι περιγραφές των όσων πράττουν, αλλά κυρίως το γεγονός ότι είναι έξυπνοι και πολλοί. Ο Crichton χειρίζεται εξαιρετικά το χαρτί του τρόμου: είναι τα πλάσματα που έρχονται από τις ομίχλες, τα πλάσματα που δεν τολμάμε να πούμε το όνομά τους, τα πλάσματα που επιτίθενται τη νύχτα, που τρώνε ανθρώπους, που μπορούν να καλέσουν το φίδι της φωτιάς. Είναι το "άλλο" και το γεγονός ότι η όψη τους μοιάζει ξεκάθαρα με Νεάντερταλ εμφανισιακά, επιβεβαιώνει αυτόν ακριβώς τον πρωτόγονο φόβο που προκαλούν.
Σκεφτόμουν πως θα μπορούσε κάποιος να πει ότι το "Eaters of the Dead" είναι μια ιστορία από αυτές όπου μια χούφτα ήρωες νικούν έναν ολόκληρο στρατό. Υπάρχουν πολλές τέτοιες και σίγουρα αρκετές από αυτές θα σας έχουν ήδη έρθει στο μυαλό διαβάζοντας απλά και μόνο την περιγραφή της υπόθεσης ή έχοντας δει την ταινία. Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη το λόγο για τον οποίο γράφτηκε το βιβλίο αυτό αλλά και το θρύλο στον οποίο βασίζεται, πιστεύω πως δεν πρόκειται απλά για μια ιστορία ηρωισμού -παρόλο που είναι και αυτό. Το "Eaters of the Dead" δεν είναι μια ιστορία για τον αγώνα λίγων ενάντια σε πολλούς. Είναι μια ιστορία για τον αγώνα ενάντια στη λήθη. "Πες του ότι έζησα για να γράψω", λέει ο ibn Fadlan στο τέλος του μυθιστορήματος και αυτή ακριβώς είναι η ουσία. Ότι οι θρύλοι και οι μύθοι, ακόμη κι η ίδια η Ιστορία, τελικά αντιπροσωπεύουν αυτό το πράγμα: τη νίκη ενάντια στο θάνατο. Δεν θα μάθουμε ποτέ ποιος ήταν το πραγματικό πρόσωπο πίσω από τον Beowulf, όμως μέσα από το γραπτό λόγο κέρδισε την αθανασία. Νομίζω πως ο Crichton έβαλε τα γυαλιά στο φίλο του με τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο.
Η ιστορία ξεκινάει όπως και η πραγματική περιπέτεια του Άραβα πρωταγωνιστή μας: στέλνεται από το χαλίφη στο Βόλγα ως διπλωματικός αντιπρόσωπος. Ωστόσο -και εδώ είναι που το μυθιστόρημα απομακρύνεται από την πραγματικότητα, ο ibn Fadlan ποτέ δεν κατορθώνει να ολοκληρώσει την αποστολή του. Καθώς ο ίδιος γνωρίζεται με τους Βίκινγκς στις όχθες του ποταμού, ένας απεσταλμένος καταφτάνει από το Βορρά για να ζητήσει τη βοήθεια του καινούριου αρχηγού, του Buliwif. Μια αρχαία απειλή, της οποίας το όνομα δεν τολμούν να πουν, κατεβαίνει από τις ομίχλες και τρομοκρατεί τις γαίες του βασιλιά Rothgar. Έντεκα πολεμιστές προσφέρονται να συνοδεύσουν τον Buliwif σε αυτή την αποστολή, όμως η άγγελος του θανάτου (σ.τ.Σ. μια ηλικιωμένη γυναίκα που διαβάζει τα κόκαλα) προφητεύει πως ο δέκατος τρίτος της συντροφιάς δεν πρέπει να είναι Βόρειος. Κάπως έτσι, ο Ahmad ibn Fadlan καταλήγει να συντροφεύει τους Βίκινγκς στο ταξίδι τους προς το βασίλειο του Rothgar. Στο δρόμο συναντούν τα απομεινάρια μιας επίθεσης αυτού του αρχαίου κακού: πρόκειται για τους νεκροφάγους ή, αλλιώς, wendol. Από εκεί και έπειτα, ξεκινάει ένας αγώνας ενάντια στο χρόνο, καθώς οι wendol πρέπει να ηττηθούν προτού πέσουν οι ελάχιστοι πολεμιστές που υπερασπίζονται το μέρος -μαζί με τους δεκατρείς που άμεσα αφορούν την αφήγηση.
Το μυθιστόρημα του Crichton είναι αρκετά ανορθόδοξο, με την έννοια ότι, όπως ήδη ανέφερα, μιμείται το πρωτότυπο χειρόγραφο του ibn Fadlan. Το χειρόγραφο αυτό, όμως, ήταν η αναφορά που παρέδωσε ο Άραβας απεσταλμένος στο χαλίφη όταν επέστρεψε. Είναι μια αναφορά, όχι ένα λογοτεχνικό κείμενο. Αυτό το ύφος έχει διατηρήσει και ο Crichton, κατορθώνοντας με τον τρόπο αυτό το ακατόρθωτο: να κάνει ενδιαφέρουσα και συναρπαστική μια αφήγηση με το συναισθηματικό πλούτο ενός κούτσουρου. Επίσης, είναι αρκετά δύσκολο να το κατατάξει κανείς σε κάποιο συγκεκριμένο είδος. Το έχω βρει να αναφέρεται τόσο ως επιστημονικής φαντασίας όσο και ως τρόμου. Αν και έχει πολλά στοιχεία τρόμου, το γεγονός ότι η αφήγηση είναι τόσο στεγνή με ωθεί να απορρίψω αυτή την κατηγοριοποίηση. Προσωπικά, τείνω να το τοποθετήσω στον τομέα της εναλλακτικής ιστορίας.
Οι χαρακτήρες είναι πολλοί και η αλήθεια είναι πως δεν τους γνωρίζουμε όλους επαρκώς. Ωστόσο, οι τρεις σημαντικότεροι (Buliwif, Herger, ibn Fadlan) έχουν επαρκή ανάπτυξη. Αυτό είναι κάτι το οποίο δεν εντοπίζει εύκολα κανείς με την πρώτη ματιά. Το εμπόδιο της γλώσσας που δεν επιτρέπει στον ibn Fadlan, ο οποίος αφηγείται την ιστορία, να συνεννοείται εύκολα με τους συντρόφους του, καθώς και το γεγονός ότι από την όλη αφήγηση λείπει το συναίσθημα είναι πράγματα που θα μπορούσαν να κάνουν κάποιον να πιστέψει πως οι χαρακτήρες είναι δισδιάστατοι και στερούνται βάθους. Κάτι τέτοιο δεν ισχύει, όμως. Ο Crichton αναπτύσσει τους ήρωές του με έναν ιδιαίτερο και ευφυή τρόπο: μέσα από τις πολιτισμικές τους διαφορές.
Οι wendol είναι τρομακτικός αντίπαλος. Όχι μόνο οι περιγραφές τους και οι περιγραφές των όσων πράττουν, αλλά κυρίως το γεγονός ότι είναι έξυπνοι και πολλοί. Ο Crichton χειρίζεται εξαιρετικά το χαρτί του τρόμου: είναι τα πλάσματα που έρχονται από τις ομίχλες, τα πλάσματα που δεν τολμάμε να πούμε το όνομά τους, τα πλάσματα που επιτίθενται τη νύχτα, που τρώνε ανθρώπους, που μπορούν να καλέσουν το φίδι της φωτιάς. Είναι το "άλλο" και το γεγονός ότι η όψη τους μοιάζει ξεκάθαρα με Νεάντερταλ εμφανισιακά, επιβεβαιώνει αυτόν ακριβώς τον πρωτόγονο φόβο που προκαλούν.
Σκεφτόμουν πως θα μπορούσε κάποιος να πει ότι το "Eaters of the Dead" είναι μια ιστορία από αυτές όπου μια χούφτα ήρωες νικούν έναν ολόκληρο στρατό. Υπάρχουν πολλές τέτοιες και σίγουρα αρκετές από αυτές θα σας έχουν ήδη έρθει στο μυαλό διαβάζοντας απλά και μόνο την περιγραφή της υπόθεσης ή έχοντας δει την ταινία. Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη το λόγο για τον οποίο γράφτηκε το βιβλίο αυτό αλλά και το θρύλο στον οποίο βασίζεται, πιστεύω πως δεν πρόκειται απλά για μια ιστορία ηρωισμού -παρόλο που είναι και αυτό. Το "Eaters of the Dead" δεν είναι μια ιστορία για τον αγώνα λίγων ενάντια σε πολλούς. Είναι μια ιστορία για τον αγώνα ενάντια στη λήθη. "Πες του ότι έζησα για να γράψω", λέει ο ibn Fadlan στο τέλος του μυθιστορήματος και αυτή ακριβώς είναι η ουσία. Ότι οι θρύλοι και οι μύθοι, ακόμη κι η ίδια η Ιστορία, τελικά αντιπροσωπεύουν αυτό το πράγμα: τη νίκη ενάντια στο θάνατο. Δεν θα μάθουμε ποτέ ποιος ήταν το πραγματικό πρόσωπο πίσω από τον Beowulf, όμως μέσα από το γραπτό λόγο κέρδισε την αθανασία. Νομίζω πως ο Crichton έβαλε τα γυαλιά στο φίλο του με τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο.
1 σχόλιο:
To εχω διαβασει και εχω να πω οτι ΤΑ ΣΠΑΕΙ! ναι ειναι γραμμενο σαν ημερολοφιο- αναφορα αλλα ειναι πιο ενδιαφερον εντονο και τρομακτικο που με ειχε ανατριχιασει! Το διαβασα στα Ελληνκα και πρεπει να πω οτι η μεταφραση ειναι πολυ καλη, ο μεταφραστης σεβαστικε και το στυλ και το ειδος πολυ καλα.
Πολυ καλη περιγραφη και παρουσιαση- Συμφωνω απολυτα BtW :P
Δημοσίευση σχολίου